- πεντακλήθρα
- (pentaclethra). Δικοτυλήδονο φυτό της οικογένειας των μιμοσιδών, της τάξης των χεδρώπων. Το μοναδικό είδος τους είναι η π. η μακρόφυλλη, φυτό ιθαγενές της τροπικής Αφρικής. Είναι ωραίο δέντρο, υψηλό, με φύλλα φτερωτά και άνθη που μοιάζουν με πεταλούδα. Ο καρπός του είναι μακρύς, μελανός, με χοντρά σπέρματα, πλούσια σε έλαιο, το οποίο χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική και στη σαπωνοποιία. Από τον καρπό του παράγεται επίσης αλκοολικό ποτό, μετά από ζύμωση του φλοιού σε νερό και την απόσταξή του.
* * *ηβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην τάξη φαβώδη.
Dictionary of Greek. 2013.